Μέσα στον Μάιο επιδιώκει η κυβέρνηση, σύμφωνα και με τις σχετικές εντολές που έδωσε πρόσφατα ο Πρωθυπουργός στο Υπουργικό Συμβούλιο να έχει τεθεί σε εφαρμογή το νομοσχέδιο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, ενώ ήδη βρίσκεται στο υπουργείο Οικονομικών η σχετική γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που είχε ζητηθεί από τον Ιανουάριο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ΕΚΤ διατυπώνει ορισμένες παρατηρήσεις που δεν θίγουν τη βασική φιλοσοφία του νομοσχεδίου και θα αποτυπωθούν στην τελική μορφή που θα λάβει πριν κατατεθεί στη Βουλή. Άλλωστε, αντίστοιχο θεσμικό πλαίσιο υπάρχει ήδη από την δεκαετία του 1970 στις ΗΠΑ, καθώς και σε όλες σχεδόν τις ανεπτυγμένες χώρες μετά τη δεκαετία του ’90.
Μια από τις αλλαγές που θα έχει ενσωματώσει το τελικό σχέδιο νόμου, σε σχέση με προηγούμενες μορφές του που έχουν παρουσιασθεί και συζητηθεί, θα αφορά πιθανότατα τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής του στους δανειολήπτες που αντιμετωπίζουν διαπιστωμένη και μόνιμη αδυναμία εξυπηρέτησης των υποχρεώσεών τους, ενώ αρχικά δινόταν η δυνατότητα ρύθμισης και σε όσους αντιμετώπιζαν, κατά την κρίση του δικαστηρίου, «προδήλως επαπειλούμενη αδυναμία».
Η διατύπωση αυτή κρίθηκε ότι έπρεπε να αλλάξει, καθώς άφηνε μεγάλα περιθώρια ερμηνειών και αξιοποίησης των διατάξεων του νόμου ακόμη και από οφειλέτες που θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους.
Επιπλέον, είναι πιθανό να απαλειφθεί και η αναφορά από το νόμο σε συγκεκριμένο ελάχιστο ποσοστό της οφειλής που θα πρέπει να εξυπηρετήσει ο δανειολήπτης με βάση τη ρύθμιση του δικαστηρίου (τουλάχιστον 10% της οφειλής). Και αυτό γιατί κρίθηκε, ότι η αναφορά σε συγκεκριμένο ποσοστό θα μπορούσε να εκληφθεί και ως καθοδήγηση του δικαστηρίου από το νομοθέτη.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο του νομοσχεδίου, για το οποίο οι τράπεζες έχουν ζητήσει τροποποίησης, αφορά τη δυνατότητα δικαστικής ρύθμισης χωρίς απαλλαγή από χρέη. Σύμφωνα με τη ρύθμιση αυτοί, οι οφειλέτες που εξαιτίας απρόοπτων ή αιφνίδιων δυσάρεστων γεγονότων στη ζωή τους έχουν περιέλθει σε πρόσκαιρη αδυναμία πληρωμής μπορούν να επιτυγχάνουν με απόφαση δικαστηρίου την αναστολή μέχρι δύο έτη της εξυπηρέτησης των δανειακών τους υποχρεώσεων.
Στο σημείο αυτό, οι τράπεζες έχουν ζητήσει να περιορισθεί το πεδίο εφαρμογής του νόμου ή και της προστασίας που θα έχουν οι δανειολήπτες, καθώς εκφράζουν φόβους, ότι χιλιάδες καταναλωτές, που έχουν δυνατότητα να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, θα επικαλεσθούν κάποιο δυσάρεστο γεγονός για να επιτύχουν αναστολή των πληρωμών.
Τονίζεται πάντως, ότι η διαδικασία της ρύθμισης με απαλλαγή χρεών συμβαδίζει με τη ρευστοποίηση της ακίνητης περιουσία. Όμως, το σχέδιο νόμου δίνει τη δυνατότητα στον οφειλέτη να διατηρήσει τουλάχιστο το ακίνητο που χρησιμεύει ως κατοικία του, αν αναλάβει να εξυπηρετήσει με ευνοϊκούς όρους και για χρονικό διάστημα μέχρι 20 έτη ένα μέρος των χρεών που θα ανέρχεται σε ποσοστό μέχρι 85% της αξίας του ακινήτου.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ΚΑΠΠΑ Research, το πρόβλημα της υπερχρέωσης προσλαμβάνει σήμερα απειλητικές διαστάσεις:
1. Υπερχρεωμένοι, έστω και αν δεν βρίσκονται σε πλήρη αδυναμία, είναι με τεχνικούς όρους το 34,5% των δανειοληπτών. Το 18,5% των ερωτηθέντων που χρωστούν στις τράπεζες δηλώνουν, ότι οι δόσεις δανείων αντιστοιχούν σε ποσοστό 41-60% του εισοδήματός τους, δηλαδή πάνω από το όριο «ασφαλείας» που θέτει η Τράπεζα της Ελλάδος. Σε ποσοστό 16% αναφέρουν, ότι οι δόσεις ξεπερνούν το 60% των μηνιαίων εισοδημάτων.
2. Το 60% των ερωτηθέντων αναφέρουν ότι έχουν οφειλές στις τράπεζες και επίσης σε ποσοστό 60% δηλώνουν, ότι οι τράπεζες φέρουν ευθύνη για την υπερχρέωση, λόγω των επιθετικών πρακτικών δανεισμού που ακολούθησαν τα τελευταία χρόνια (την πρώτη ευθύνη, σύμφωνα με τους ερωτηθέντες, έχουν οι ίδιοι οι καταναλωτές, που δεν υπολόγισαν σωστά τις υποχρεώσεις τους).
3. Η οικονομική κατάσταση των ελληνικών νοικοκυριών μόνο ενθαρρυντική δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Περίπου ένα στα πέντε νοικοκυριά δηλώνει ότι βρίσκεται σε τόσο δύσκολη θέση, ώστε να έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές λογαριασμών ΔΕΚΟ, κοινοχρήστων και ενοικίου.
4. Για το τραπεζικό σύστημα, είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό, ότι την ελάχιστη δόση πληρώνουν το 22% των ερωτηθέντων, ενώ υπάρχει και ένα ποσοστό 7,6% των δανειοληπτών, οι οποίοι δανείζονται από τράπεζες για να πληρώσουν άλλα τραπεζικά χρέη. Σε ποσοστό 33,4% οι δανειολήπτες δηλώνουν ότι δεν τους αρκεί το εισόδημά τους για να ζήσουν, αν πληρώνουν κάθε μήνα όλες τις δόσεις τους στις τράπεζες, ενώ περίπου στο ίδιο ποσοστό (32%) φθάνουν οι καταναλωτές που αναφέρουν ότι είναι πολύ ή αρκετά πιθανό να εμφανισθούν στο κοντινό μέλλον ασυνεπείς στην εξυπηρέτηση των χρεών τους. Χονδρικά, δηλαδή, ένας στους τρεις καταναλωτές-δανειολήπτες είναι υποψήφιος να φορέσει… φέσι στις τράπεζες, μέσα στο 2010.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου